Δευτέρα 17 Ιανουαρίου 2011

Jacques Tati - Playtime



προσωπικά δεν μου αρέσουν οι κωμωδίες/κωμικές ταινίες, γιατί σπάνια είδα τέτοιες ταινίες που να αξίζουν (δηλαδή να τις θυμάμαι και την επόμενη μέρα). από τις λίγες που θυμάμαι είναι το fear and loathing in las vegas, του Terry Gilliam, βασισμένο στο βιβλίο του Hunter Thompson. Εκεί μου φάνηκε πρωτοποριακό και έξυπνο το πως η έλλειψη ενός βασικού σεναρίου μπορεί να φτιάξει μια ενδιαφέρουσα ταινία που φαινομενικά ίσως να υπακούει καλύτερα την απαίτηση του θεατή. δηλαδή, να ψυχαγωγηθεί, να γελάσει και να φύγει. Μέσω μιας ποιητικής αδείας, κατασκευάζεται μια αποδομημένη φόρμα, που συνιστά εν τέλι μια ιστορία, στην οποία αφήνονται διάσπαρτα διάφορα υποβόσκοντα νοητικά σημεία, που εκ πρώτης όψεως δεν την αφορούν. 

πρόσφατα ανακάλυψα τον Jacques Tati, μέσα από την ταινία του Playtime (1967). Το playtime, είναι η τέταρτη του ταινία, και ο ίδιος παίζει ένα ρόλο άλλοτε πρωταγωνιστικό άλλοτε δευτερεύον, τον Monsieur Hulot (όπως και σε άλλες 4 ταινίες του). Δεν υπάρχει κάποια βασική πλοκή ώστε να σας τη μεταφέρω, ωστόσο η ταινία πραγματεύεται την αρχιτεκτονική και τον καταναλωτισμό, σε ένα κόσμο όπως τον προβάλλει η διαφήμιση και τα περιοδικά της εποχής της. Γιάλινοι ουρανοξύστες, μινιμαλιστική διακόσμηση, όμορφα αυτοκίνητα, μοντέρνα έπιπλα και συσκευές.

Αυτό που θέλει να κριτικάρει ο Τατί στην ταινία, είναι τη σχέση της αρχιτεκτονικής, της πόλης και του προϊόντος, σε σχέση με τον άνθρωπο. Δηλαδή τον περιβάλλοντα του ανθρώπου κόσμο, όπως φαντασιακά προβάλλεται μέσα από τα έντυπα -κυρίως. Είναι τα αντικείμενα για να τον υπηρετούν και να τον εκφράζουν; Ή είναι η ύπαρξη και η παρουσία τους ένας αυτοτελής σκοπός; Ο Τατί συνθέτει ένα κολλάζ πόλης, με κομμάτια που ευαγγελίζονται σε περιοδικά επίπλων, αρχιτεκτονικής, μόδας κλπ, τον κόσμο δηλαδή που αναπαράγει (και σήμερα) η διαφήμιση, και τη διακωμωδεί για την απόσταση της από την πραγματικότητα. Τον κόσμο αυτό προβάλλει, ως προϊόν εικόνας*, παρά αντικείμενο καθημερινότητας, δηλαδή ως κάτι το ουσιαστικά άχρηστο το οποίο προκαλεί κάποιες ανθρώπινες συμπεριφορές που είναι τα στοιχεία της κωμωδίας του.

Ο χαρακτήρας του Τατί, στο playtime, προβάλλεται σαν μια καρικατούρα, ένας κύριος με καμπαρτίνα, καπέλο, ομπρέλα και πίπα. Είναι κατ' ακρίβειαν ο άνθρωπος του παρόντος, παρείσακτος μέσα στον ονειρικό κόσμο του "εξειδανικευμένου" Παρισιού. Ο ρόλος του δεν είναι ιδιαίτερα σημαντικός, ούτε μπορούμε να πούμε ότι προκαλεί κάποια πλοκή. Η ίδια η ταινία δεν είναι γυρισμένη με κέντρο τον ίδιο αλλά διάφορα γεγονότα που συμβαίνουν γύρω του, στα οποία δεν παίζει κάποιο ρυθμιστικό απαραίτητα ρόλο. 
Επιπλέον αν και από την ταινία σχεδόν απουσιάζει ο λόγος, ο ίδιος ο -σχεδόν- πρωταγωνιστής δεν μιλάει ποτέ, ή δεν μιλά ώστε να τον ακούσει ο θεατής της ταινίας**. Ένα άλλο μέσο που χρησιμοποιεί στις ταινίες του και φτάνει να το τελειοποιήσει, είναι τα ακουστικά εφέ. Όπως και εδώ όπως και σε άλλες του ταινίες (βλ. mon oncle 1958), υπερθέτει κάποια εφέ, τα οποία χρησιμοποιεί και λειτουργικά αλλά και για να δώσει ένα ακουστικό χαρακτήρα, που και σε αυτή την περίπτωση λειτουργεί ως -ηχητική - καρικατούρα.

Οπότε πως συντίθεται μια ταινία χωρίς πλοκή και λόγο;  Η φόρμα της ταινίας κατ' εμένα είναι μια σύνθεση κάποιων φαινομενικά ασύνδετων νοητικών σημείων, προς όφελος αυτών παρά του συνόλου της ταινίας-ιστορίας. Το πως λειτουργεί, γιατί πιστεύω πως η η δομή, ή η ανυπαρξία δομής εδώ εξυπηρετεί τέλεια την ταινία έρχεται να επιβεβαιώσει τον Τατί ως ένα εξαιρετικό σκηνοθέτη-auter της εποχής του. Δηλαδή τη λήψη και την επιτυχή πραγμάτωση πρωτοποριακών για το σινεμά επιλογών. 

Όπως και να χει, θα έλεγα ότι ο Τατί δημιουργεί ένα καινούργιο κεφάλαιο στην κωμωδία της μεγάλης οθόνης, στο οποίο από όσα ξέρω μόνο ο ίδιος συμμετέχει. Δεν έγινε ιδιαίτερα γνωστός στην εποχή του, ειδικά στη Γαλλία, αν και σήμερα θεωρείται από τους σημαντικούς Γάλλους σκηνοθέτες. Ως πρωτοπόρος, γύρισε την πρώτη έγχρωμη γαλλική ταινία (βασικά γύρισε μια ταινία σε έγχρωμο και α/μ, με το έγχρωμο να εμφανίζεται το 1995), το playtime ηχογραφήθηκε πρωτοποριακά για την εποχή του σε στέρεο, ενώ πάντα πάσχιζε να πραγματώσει πολυέξοδες παραγωγές (ειδικά το playtime) με προσωπικά δάνεια, που τελικά κατάφερναν κριτική επιτυχία και μέτρια εμπορική επιτυχία. 

Ο Τατί για μένα είναι ένας από τους λίγους πραγματικούς auteur, πράγμα που λείπει από το σημερινό σινεμά.

*για τις ανάγκες της ταινίας, χρειάστηκε να κατασκευαστεί η πόλη - το παρίσι- που προβάλλεται σε αυτή. για να μειώσει - όσο μπορούσε... - το κόστος αυτής της κατασκευής, για πολλά κτήρια χρησιμοποίησε τεράστιες φωτογραφίες, σαρκάζοντας και στην κυριολεξία, τα αντικείμενα αυτά σας εικόνες...

**μάλλον η επικοινωνία που επιδιώκει ο Τατί και ως σκηνοθέτης αλλά και ως Hulot, τρέφεται από το παρελθόν του, αφενός ως μίμου, και αφετέρου ως σκηνοθέτη βουβού κινηματογράφου. δηλαδή ο ίδιος ο ήχος-θόρυβος, είναι στοιχείο που υπάρχει στο θέατρο, και δεν υπήρχε στον κινηματογράφο, και ο λόγος, που για τους σκοπούς του είναι αδιάφορος, ή αμελητέος. έτσι ο ίδιος ο Τατί αυτοχαρακτηρίζεται θεατρικός καλλιτέχνης μίμος, και η ταινία του είναι μια βελτιωμένη θεατρική παράσταση.

δεν βρήκα trailer, που ούτως ή άλλως δεν θα έλεγε κάτι. εδώ ένα γρήγορο mix:



Συνιστώ επίσης σε όποιον αρέσει το playtime, να δει και το "Mon Oncle" του Tati επίσης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου