Δευτέρα 17 Ιανουαρίου 2011

Du levande


Du levande, You the living, Σουηδία 2007.
50 ασπόνδυλα μονοπλάνα της καθημερινής ζωής "συνηθισμένων" ανθρώπων .
η συνθισμένη καθημερινότητα των "κανονικών-ordinary" ανθρώπων. τα δικά μας προβλήματα, τα όνειρα και η ζωή μας.Από το πουθενά έρχεται κάποιος Roy Andersson για να γράψει και να σκηνοθετήσει μια περίεργη ταινία, που τελικά θα εκπροσωπίσει τη χώρα του στις Κάννες. 18 διαφορετικοί οργανισμοί θα χρειαστούν για να τη χρηματοδοτήσουν και 3 χρόνια για να γυριστεί στα οποία θα αναβληθεί 2 φορές (imdb).
95 λεπτά με σχεδόν μηδενική κίνηση της κάμερας και μόνο ένα cut στην ίδια σκηνή. πλάνα που θα ζήλευε και ο αγγελόπουλος, και σε κρατάνε στις μύτες των ποδιών σου. προσπαθείς να μαντέψεις που θα γίνει το λάθος, ή το σημείο που κάτι θα βγει μέτριο. Δεν γίνεται όμως αυτό. οι ηθοποιοί, αν και οι περισσότεροι με ελάχιστη πείρα καταφέρνουν να αποδόσουν με ειλικρινεια το ρόλο τους.
Η σκηνοθεσία δουλεύει έξω από το σενάριο (πλοκή δεν υπάρχει), παράλληλα με την κινηματογράφιση. Ο δημιουργός επιλέγει την απλότητα του σταθερού κάδρου, και αυτό δουλεύει τέλεια, χωρίς να κουράζει. Επίσης πιστεύω πως έχει μεγάλη σχέση και με τη φωτογραφία. προσέξτε τη γωνιά και τη φόρμα του κάδρου. Πόσα πράγματα μπορεί να πει και μπορούν να συμβούν ένα σκέτο ακούνητο πλάνο, χωρίς τα close ups του eastwood (και tarantino και όλων πλεον), χωρίς ζούμ, παν και τράβελ, χωρίς εξ άλλου αλλαγή της εστίασης. Το πλάνο δεν συγκεντρώνεται σε ένα πρόσωπο ή σε μια έκφραση. Δεν επιδιώκει ο σκηνοθέτης μια ταύτιση. Η αποστασιοποίηση από τη σκηνή είναι προφανής. Παρακολουθούμε τις πραγματικότητες εκ των έσσω, ως ένα εξωτερικό αόρατο μάτι, χωρίς το ταμπού της κλειδαρότρυπας.

Είναι τόσο συναρπαστική η δικιά μας καθημερινότητα; Μέχρι που φτάνει η ονειρική μας φαντασία; Είναι τόσο ενδιαφέρουσα η "μικροζωή" όλων εμάς των "κανονικών" ανθρώπων;
Είναι η ζωή μας τόσο "larger than life" ?

"εσείς οι θνητοί..." λέει δείχνοντας μας ο σκηνοθέτης.

Jacques Tati - Playtime



προσωπικά δεν μου αρέσουν οι κωμωδίες/κωμικές ταινίες, γιατί σπάνια είδα τέτοιες ταινίες που να αξίζουν (δηλαδή να τις θυμάμαι και την επόμενη μέρα). από τις λίγες που θυμάμαι είναι το fear and loathing in las vegas, του Terry Gilliam, βασισμένο στο βιβλίο του Hunter Thompson. Εκεί μου φάνηκε πρωτοποριακό και έξυπνο το πως η έλλειψη ενός βασικού σεναρίου μπορεί να φτιάξει μια ενδιαφέρουσα ταινία που φαινομενικά ίσως να υπακούει καλύτερα την απαίτηση του θεατή. δηλαδή, να ψυχαγωγηθεί, να γελάσει και να φύγει. Μέσω μιας ποιητικής αδείας, κατασκευάζεται μια αποδομημένη φόρμα, που συνιστά εν τέλι μια ιστορία, στην οποία αφήνονται διάσπαρτα διάφορα υποβόσκοντα νοητικά σημεία, που εκ πρώτης όψεως δεν την αφορούν. 

πρόσφατα ανακάλυψα τον Jacques Tati, μέσα από την ταινία του Playtime (1967). Το playtime, είναι η τέταρτη του ταινία, και ο ίδιος παίζει ένα ρόλο άλλοτε πρωταγωνιστικό άλλοτε δευτερεύον, τον Monsieur Hulot (όπως και σε άλλες 4 ταινίες του). Δεν υπάρχει κάποια βασική πλοκή ώστε να σας τη μεταφέρω, ωστόσο η ταινία πραγματεύεται την αρχιτεκτονική και τον καταναλωτισμό, σε ένα κόσμο όπως τον προβάλλει η διαφήμιση και τα περιοδικά της εποχής της. Γιάλινοι ουρανοξύστες, μινιμαλιστική διακόσμηση, όμορφα αυτοκίνητα, μοντέρνα έπιπλα και συσκευές.

Αυτό που θέλει να κριτικάρει ο Τατί στην ταινία, είναι τη σχέση της αρχιτεκτονικής, της πόλης και του προϊόντος, σε σχέση με τον άνθρωπο. Δηλαδή τον περιβάλλοντα του ανθρώπου κόσμο, όπως φαντασιακά προβάλλεται μέσα από τα έντυπα -κυρίως. Είναι τα αντικείμενα για να τον υπηρετούν και να τον εκφράζουν; Ή είναι η ύπαρξη και η παρουσία τους ένας αυτοτελής σκοπός; Ο Τατί συνθέτει ένα κολλάζ πόλης, με κομμάτια που ευαγγελίζονται σε περιοδικά επίπλων, αρχιτεκτονικής, μόδας κλπ, τον κόσμο δηλαδή που αναπαράγει (και σήμερα) η διαφήμιση, και τη διακωμωδεί για την απόσταση της από την πραγματικότητα. Τον κόσμο αυτό προβάλλει, ως προϊόν εικόνας*, παρά αντικείμενο καθημερινότητας, δηλαδή ως κάτι το ουσιαστικά άχρηστο το οποίο προκαλεί κάποιες ανθρώπινες συμπεριφορές που είναι τα στοιχεία της κωμωδίας του.

Ο χαρακτήρας του Τατί, στο playtime, προβάλλεται σαν μια καρικατούρα, ένας κύριος με καμπαρτίνα, καπέλο, ομπρέλα και πίπα. Είναι κατ' ακρίβειαν ο άνθρωπος του παρόντος, παρείσακτος μέσα στον ονειρικό κόσμο του "εξειδανικευμένου" Παρισιού. Ο ρόλος του δεν είναι ιδιαίτερα σημαντικός, ούτε μπορούμε να πούμε ότι προκαλεί κάποια πλοκή. Η ίδια η ταινία δεν είναι γυρισμένη με κέντρο τον ίδιο αλλά διάφορα γεγονότα που συμβαίνουν γύρω του, στα οποία δεν παίζει κάποιο ρυθμιστικό απαραίτητα ρόλο. 
Επιπλέον αν και από την ταινία σχεδόν απουσιάζει ο λόγος, ο ίδιος ο -σχεδόν- πρωταγωνιστής δεν μιλάει ποτέ, ή δεν μιλά ώστε να τον ακούσει ο θεατής της ταινίας**. Ένα άλλο μέσο που χρησιμοποιεί στις ταινίες του και φτάνει να το τελειοποιήσει, είναι τα ακουστικά εφέ. Όπως και εδώ όπως και σε άλλες του ταινίες (βλ. mon oncle 1958), υπερθέτει κάποια εφέ, τα οποία χρησιμοποιεί και λειτουργικά αλλά και για να δώσει ένα ακουστικό χαρακτήρα, που και σε αυτή την περίπτωση λειτουργεί ως -ηχητική - καρικατούρα.

Οπότε πως συντίθεται μια ταινία χωρίς πλοκή και λόγο;  Η φόρμα της ταινίας κατ' εμένα είναι μια σύνθεση κάποιων φαινομενικά ασύνδετων νοητικών σημείων, προς όφελος αυτών παρά του συνόλου της ταινίας-ιστορίας. Το πως λειτουργεί, γιατί πιστεύω πως η η δομή, ή η ανυπαρξία δομής εδώ εξυπηρετεί τέλεια την ταινία έρχεται να επιβεβαιώσει τον Τατί ως ένα εξαιρετικό σκηνοθέτη-auter της εποχής του. Δηλαδή τη λήψη και την επιτυχή πραγμάτωση πρωτοποριακών για το σινεμά επιλογών. 

Όπως και να χει, θα έλεγα ότι ο Τατί δημιουργεί ένα καινούργιο κεφάλαιο στην κωμωδία της μεγάλης οθόνης, στο οποίο από όσα ξέρω μόνο ο ίδιος συμμετέχει. Δεν έγινε ιδιαίτερα γνωστός στην εποχή του, ειδικά στη Γαλλία, αν και σήμερα θεωρείται από τους σημαντικούς Γάλλους σκηνοθέτες. Ως πρωτοπόρος, γύρισε την πρώτη έγχρωμη γαλλική ταινία (βασικά γύρισε μια ταινία σε έγχρωμο και α/μ, με το έγχρωμο να εμφανίζεται το 1995), το playtime ηχογραφήθηκε πρωτοποριακά για την εποχή του σε στέρεο, ενώ πάντα πάσχιζε να πραγματώσει πολυέξοδες παραγωγές (ειδικά το playtime) με προσωπικά δάνεια, που τελικά κατάφερναν κριτική επιτυχία και μέτρια εμπορική επιτυχία. 

Ο Τατί για μένα είναι ένας από τους λίγους πραγματικούς auteur, πράγμα που λείπει από το σημερινό σινεμά.

*για τις ανάγκες της ταινίας, χρειάστηκε να κατασκευαστεί η πόλη - το παρίσι- που προβάλλεται σε αυτή. για να μειώσει - όσο μπορούσε... - το κόστος αυτής της κατασκευής, για πολλά κτήρια χρησιμοποίησε τεράστιες φωτογραφίες, σαρκάζοντας και στην κυριολεξία, τα αντικείμενα αυτά σας εικόνες...

**μάλλον η επικοινωνία που επιδιώκει ο Τατί και ως σκηνοθέτης αλλά και ως Hulot, τρέφεται από το παρελθόν του, αφενός ως μίμου, και αφετέρου ως σκηνοθέτη βουβού κινηματογράφου. δηλαδή ο ίδιος ο ήχος-θόρυβος, είναι στοιχείο που υπάρχει στο θέατρο, και δεν υπήρχε στον κινηματογράφο, και ο λόγος, που για τους σκοπούς του είναι αδιάφορος, ή αμελητέος. έτσι ο ίδιος ο Τατί αυτοχαρακτηρίζεται θεατρικός καλλιτέχνης μίμος, και η ταινία του είναι μια βελτιωμένη θεατρική παράσταση.

δεν βρήκα trailer, που ούτως ή άλλως δεν θα έλεγε κάτι. εδώ ένα γρήγορο mix:



Συνιστώ επίσης σε όποιον αρέσει το playtime, να δει και το "Mon Oncle" του Tati επίσης.

Theodore Ushev

Tower Bowher του Theodore Ushev, με μουσική του Georgy Sviridov. 

Το ταινιάκι παρασκευάστηκε στον καναδά από τον Ushev σε συνεργασία με το international film board of canada το 2005, και είναι μάλλον φόρος τιμής στο σοβιετικό κίνημα του Κονστρουκτιβισμού με πάρα πολλές αναφορές στους καλιτέχνες του (tatlin, rodchenko, popova, lissitzky κλπ). το ταινιάκι συντέθηκε πάνω στη μουσική του Sviridov.

Αντίστοιχα το κομμάτι του Sviridov "time, forward!", γράφτηκε το 1967 για μια ταινία, και έγινε σύμβολο του σοβιετικού κόσμου, και εναρκτήριος ήχος των ειδήσεων του επίσημου σοβιετικού καναλιού της ρωσίας. ο συνθέτης του είναι βραβευμένος με τα βραβεία Stalin, Lenin, Καλλιτέχνη του λαού της ΕΣΣΔ, Κρατικό βραβείο ΕΣΣΔ, και 2 φορές με το βραβείο του τάγματος του Λένιν. Ανακυρήχθηκε επίσης ήρωας της σοσιαλιστική εργασίας; (socialist labour) 



Walking on by, Theodore Ushev 2003

ακόμα ένα ταινιάκι του ushev, με ωραία μουσική, χωρίς σχόλια

Inception - Review




Christopher Nolan (Batman, Prestige, Memento), Leonardo Di Caprio (Titanic :) , Blood diamond, catch me if you can, shutter island), Gordon Levitt (Brick, The lookout), και Hans Zimmer... πόσο καλύτερα γίνεται ;
H ταινία (spoiler), γραμμένη από τον Nolan, έχει να κάνει με τον Cobb (LdC), που πληρώνεται για να εισβάλλει σε ξένα όνειρα και να κλέβει πληροφορίες. Με την ομάδα του καλείται τώρα να "φυτέψει" μια ιδέα στο υποσυνείδητο ενός θύματος. Ωστόσο οι ανεκπλήρωτες του υποθέσεις με το παρελθόν, εισβάλλουν προσπαθώντας να του καταστρέψουν τα σχέδια.

Το σενάριο είναι πραγματικά εκπληκτικό, και η ταινία μπορεί να ανάψει μεγάλες συζητήσεις. Όμως οι παραγωγές του Batman, φαίνεται να επηρέασαν τόσο πολύ τον Nolan, που τώρα στη δικιά του ιστορία προσπαθεί να φτιάξει μια ταινία a la carte, με ένα τόνο οπτικά εφέ και με φιλοδοξίες να γίνει το μάτριξ του 2010. Οι ταμπέλες Action Sci-fi, drama, romance, ταιριάζουν εξίσου καλά, αν και ο σκηνοθέτης σε μεγάλο βαθμό τα καταφέρνει να ράψει την ταινία για όλα τα γούστα. Δυστυχώς όμως ο υπερβάλλοντας ζήλος του, γέρνει την ταινία προς τη δράση ειδικά στο τέλος, μετατρέποντας τους επίσης a la carte χαρακτήρες του σχεδόν σε superheroes, σε ένα παραλλήρημα εκρήξεων που πραγματικά ούτε δικαιολογείται ούτε χρειάζεται.

Ειδικά ο χαρακτήρας του πρωταγωνιστή, κάτι μεταξύ James Bond, mastermind, και ρομαντικού συντρόφου, αποδίδεται αρκετά πειστικά από τον di Caprio, χωρίς να διακρίνονται ακρότητες.
Σώζει την ταινία από την πλοκή που θα καταντούσε βαρετή, το υπόβαθρο της, και οι πολλαπλές αλληλοεπικαληπτόμενες πραγματικότητες, που κρατούν το θεατή σε ένταση και τις δυόμιση ώρες τις ταινίας.
Ωστόσο ο σκηνοθέτης δεν μένει εκεί, και κλείνοντας μας το μάτι στο τελευταίο λεπτό μας αφήνει με μια μετέωρη κατάληξη.

η ταινία σχεδιασμένη για blockbuster, υπόσχεται να ικανοποιήσει όλα τα γούστα και πιστεύω πως αξίζει, ειδικά για μετέπειτα συλλογισμό και συζητήσεις.

και ένα trailer χωρίς εκρήξεις :